Παιδική προσκόλληση και το άγχος αποχωρισμού από τη μητέρα

Η παιδική προσκόλληση αναφέρεται στον συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα στο βρέφος και το κύριο πρόσωπο που το φροντίζει (ο πρώτος σημαντικός άλλος στη ζωή του) όπου στις πλείστες περιπτώσεις αυτό το πρόσωπο είναι η μητέρα.  Το άγχος αποχωρισμούείναι η δυσφορία που εκδηλώνει το βρέφος, όταν απομακρύνεται το πρόσωπο που συνήθως το φροντίζει (η μητέρα). Το άγχος αποχωρισμού, το οποίο είναι διαπολιτισμικά καθολικό, αρχίζει περίπου τον έβδομο με όγδοο μήνα, φτάνει στο αποκορύφωμά του περίπου στους δεκατέσσερις μήνες και έπειτα μειώνεται. Η εμφάνιση του άγχους αποχωρισμού, είναι ένα βασικό σημείο της εξελικτικής ανάπτυξης του παιδιού και σηματοδοτεί τη διάκριση των ανθρώπινων προσώπων που έρχεται σε επαφή και τη δυνατότητα σύναψης σχέσης μαζί τους.

Με βάση τις θεωρίες προσκόλλησης έχουν παρατηρηθεί τέσσερα είδη:

  1. Προσκόλληση αποφυγής, όπου τα βρέφη του τύπου αυτού δε δείχνουν μεγάλο άγχος κατά τον αποχωρισμό από τη μητέρα αλλά και κατά την επιστροφή της μητέρας στο σπίτι τείνουν να μην κοιτάζουν τη μητέρα ή και να φεύγουν μακριά της.
  2. Ασφαλής προσκόλληση είναι ο τύπος όπου τα βρέφη δεν είναι προσκολλημένα προς τη μητέρα κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού τους αλλά δείχνουν δυσφορία κατά την ώρα του αποχωρισμού της. Όταν η μητέρα επιστρέφει στο σπίτι πηγαίνουν κοντά της αμέσως αλλά είναι ικανά μετέπειτα να συνεχίσουν τη δραστηριότητα τους.
  3. Η προσκόλληση αντίδρασης είναι ο τύπος όπου τα βρέφη μετά την επιστροφή της μητέρας στο σπίτι επιζητούν συνεχώς την επαφή μαζί της αλλά και την αρνούνται δείχνοντας θυμό. Μόλις η μητέρα πλησιάζει να τα αγκαλιάσει φωνάζουν και δείχνουν έντονο θυμό. Σε αυτόν το τύπο τα παιδιά δεν χρησιμοποιούν τη μητέρα ως ασφαλή πηγή.
  4. Η αποδιοργανωμένη μη ασφαλής ή αποπροσανατολισμένη προσκόλληση. Τα βρέφη σ ’αυτή την κατηγορία αντιμετωπίζουν με δέος την επιστροφή της μητέρας, ή του φροντιστή σαν να του προκαλεί φόβο. Δεν κατορθώνει να συμβιβαστεί με το γεγονός ότι η μητέρα αποτελεί συγχρόνως πηγή φόβου και παρηγοριάς. Αυτός ο τύπος προσκόλλησης είναι συχνότερος σε περιπτώσεις κακομεταχείρισης του παιδιού. 

Πότε θεωρείται διαταραχή; Πότε θα πρέπει οι γονείς να ανησυχήσουν; Όταν οι αντιδράσεις του παιδιού στον αποχωρισμό ή στην απειλή του αποχωρισμού είναι ακραίες και μη συμβατές με το στάδιο ανάπτυξης τους. Συνήθως εκδηλώνεται με διάφορα σωματικά συμπτώματα όπως πόνο στη κοιλιά, πονοκεφάλους, διάρροιες, έντονο αίσθημα απελπισίας και μια γενική δυσλειτουργία. Σύμφωνα με έρευνες αποτελεί την συχνότερη αγχώδη διαταραχή, με την έναρξη της παιδικής ηλικίας.   

Το άγχος αποχωρισμού θα πρέπει συνήθως να κορυφώνεται μεταξύ 13ου μήνα και 24ου μήνα. Μετά από αυτό το διάστημα θα πρέπει σταδιακά να αρχίζει να μειώνεται. Εάν διατηρείται σε μεγαλύτερες ηλικίες, τότε τίθεται θέμα διάγνωσης αλλά και θεραπευτικής αντιμετώπισης από ψυχοθεραπευτή.

Επιπλέον, η παραμονή των συμπτωμάτων και της γενικής δυσλειτουργίας του παιδιού θεωρείται ότι το παιδί θα παρουσιάσει ταυτόχρονα διαταραχές στον ύπνο, δυσκολία να παραμείνει σε ένα σχολικό πλαίσιο, ενώ στην ενήλικη του ζωή κατά πάσα πιθανότητα θα παρουσιάσει κρίσεις πανικού.

Θα ήταν επίσης σημαντικό να προσθέσουμε ότι οι φοβίες που εκφράζουν τα παιδιά με άγχος αποχωρισμού, είναι διαφορετικές από αυτές που εκφράζουν τα παιδιά με άλλες αγχώδης διαταραχές. Τα παιδιά με άγχος αποχωρισμού έχουν φοβία εγκατάλειψης, φοβίες μικροβίων, αρρώστιας (ότι κάτι θα πάθουν αυτά ή οι γονείς τους). Ενώ τα παιδιά που εκδηλώνουν υπέρμετρο άγχος εκδηλώνουν χαμηλή αντίσταση στη κριτική από το άμεσο περιβάλλον τους και έχουν φόβο στο να κάνουν λάθος.

Η έγκαιρη παρέμβαση για την αντιμετώπιση του άγχους αποχωρισμού αλλά και η συμμετοχή του οικογενειακού περιβάλλοντος μέσω της οικογενειακής θεραπείας έχει πιο σαφή και γρήγορα αποτελέσματα και για τα παιδιά αλλά και για τους γονείς τους.